Κυριακή 27 Ιουλίου 2014

Κάθε φορά που θα 'ρθεις βρέχει..

Μα σ’ αγαπώ βρέχει δεν βρέχει.


[Γράφει η Στεφανία Δημητρίου]


Βρέχει. Και εγώ τη σιχαίνομαι τη βροχή.

Δεν ταιριάζει με τα τακούνια που φοράω, ούτε με την πένσιλ φούστα μου.

Δεν μπορώ να αποφύγω τις λακκούβες με τα λιμνασμένα νερά, ούτε μπορώ να καθαρίζω συνεχώς τις λερωμένες από σταγόνες λάσπης γάμπες μου.

Έχω και ένα θέμα με τις ομπρέλες. Τις μισές τις χάνω, τις άλλες μισές τις χαλάω. Δεύτερη χρονιά ίδια ομπρέλα δεν είχα ποτέ. Αναλώσιμο είδος για μένα.

Το βράδυ που σε γνώρισα δεν έβρεχε. Ούτε το πρωινό που συναντηθήκαμε. Είχαν έρθει οι αλκυονίδες νωρίτερα και είχε έναν ήλιο που έδειχνε «ανοιξιάτικος» από μακριά.

Έτσι σε ερωτεύτηκα. Με τον ήλιο. Με τη ζέστη.

Δίπλα σε μια θάλασσα που φώναζε μέσα από τα κύματα ότι ήταν δικιά μας.

Η βροχή μπήκε στη ζωή μας παράδοξα.

Μπήκε μέσα από φωτογραφίες σου, που προσπαθούσες να την αποφύγεις, από λασπωμένα χώματα που πάταγαν τα πόδια σου, από αδιάβροχα που δεν μπορούσαν να σε προστατέψουν και από τα λόγια σου τα ίδια που κάθε γράμμα τέλειωνε με μια σταγόνα βροχής.

Μιας βροχής που ήταν για μένα. Χαρισμένης. Δοσμένης με τον καλύτερο τρόπο.

Αφιερωμένες σταγόνες σαν τραγούδι που θα έμενε στην ιστορία. Και ας χάνονταν οι στίχοι κάθε σταγόνας που δεν με ακουμπούσε.

Εγώ ένιωθα ότι όλες πέφτανε πάνω μου.

Ποτίζανε το δέρμα μου και στέγνωναν πάνω στο κορμί μου.

Δε με ένοιαζε πια η υγρασία.

Δε με πείραζαν τα λερωμένα μου ρούχα. Πέταξα τα παπούτσια και περπατούσα πάνω στο υγρό έδαφος, παρακαλώντας να πάρω πάνω μου και αυτές που δεν πρόλαβαν να βρουν τον στόχο.

Μετά, μπήκε στη ζωή μας παράλογα. Και μεταμορφώθηκε σε χαλάζι.

Από λόγια που δεν έπρεπε να ειπωθούν.

Από καταστάσεις που δεν έπρεπε να ζήσουμε.

Από αγωνίες που δεν έπρεπε να περνάμε.

Και ήρθε το χαλάζι και άνοιξε τρύπες στις ψυχές μας. Και εμείς πήραμε στα χέρια μας βελόνες και κλωστές και προσπαθούσαμε κάθε μέρα να μπαλώσουμε τις τρύπες. Μια κλείναμε, δύο ανοίγανε.

Κρατάγαμε μαζί τα σύνεργα και γίναμε εργάτες ραπτικής στα γεράματα, από τρύπες που μας άνοιγαν άλλοι.

Και εκείνες τις νύχτες, που ρίχναμε τους εαυτούς μας έρμαια στις επιθυμίες μας, λιώναμε το χαλάζι στις ψυχές μας και ξαναγινόταν βροχή.

Μετά, μπήκε στη ζωή μας παράφορα. Μέσα από κουβέντες, από τραγούδια, από εικόνες που έστελνε ο ένας στον άλλον για να του θυμίζει ότι την βροχή δεν μπορεί να μας την πάρει κανείς.

Ήταν όλη δική μας.

Ήταν μόνο δική μας.

Και ήσουν «εδώ» κάθε φορά που έβρεχε. Καθόσουν στον καναπέ μου, και γινόσουν ένα με το σπίτι μου.

Μ’αυτό που κουβαλούσα στην πλάτη μου και που ήμουν διατεθειμένη να το προστατέψω με όλες τις ομπρέλες του κόσμου.

Μου αρκούσε που ήσουν εδώ, τα ελάχιστα -μετρημένα με χαμόγελα- λεπτά, που για μένα ήταν απόδειξη της παρουσίας του Θεού.

Και μετά σταμάτησε να βρέχει. Στέρεψα.

Μεταμορφώθηκα σε φυτό με ροζιασμένα φύλλα, με ανύπαρκτα μπουμπούκια. Πέτρωσε το χώμα στη γλάστρα μου, μαζεύτηκαν τα ζωύφια για να καταστρέψουν και το τελευταίο κλαδί της ζωής μου.

Έφυγες.

Και μαζί σου καταστράφηκαν όλες οι ομπρέλες μου.

Στύλωσα τα πόδια μου και χρεώθηκα να αγοράσω καινούργιες. Τις έχω ανοιγμένες όλες και περιμένω.

Βρέχει.

Και εγώ την λατρεύω τη βροχή.



Πηγή: http://www.pillowfights.gr/yourstories/item726/Κάθε_φορά_που_θα_ρθεις_βρέχειCopyright © pillowfights.gr



Κάθε φορά που θα ‘ρθεις βρέχει.
Σύμπτωση λες πες το όπως θες.
Όμως εγώ θέλω να βρέχει
Σαν το νερό,
Να σ αγκαλιάζω τις νύχτες που καις.

Κάθε φορά που θα ‘ρθεις βρέχει.
Δεν φταις εσύ δεν φταίει κανείς.
Λες κι ο καιρός χαρές δεν έχει
Κι έρχεσαι εδώ για να κρυφτείς.

Κάθε φορά που θα ‘ρθεις βρέχει.
Γίνεσαι φως στη συννεφιά,
Μα κάθε φορά κάτι τρέχει.
Φεύγεις μακριά
Μόνος ξανά σαν μια γκρίζα σκιά.

Τέτοια ζωή ποιος την αντέχει,
Ίσως εγώ και η βροχή.
Μα σ’ αγαπώ βρέχει δεν βρέχει.
Κι αν σ αρνηθώ,
Τότε μωρό μου θα φταις μόνο εσύ.

Σάββατο 12 Ιουλίου 2014

Ο Bukowski, η ζωή και τα πρέπει


Η ζωή είναι περίεργη καθώς την ζεις μονάχα μία φορά και την πληρώνεις δέκα.
Έχεις μονάχα μία ευκαιρία για να βρεις την ιδανική συνταγή, μα αν την πετύχεις μία φορά σου είναι αρκετή.

Για να μπορείς λοιπόν να πεις πως έφτασες στο τέρμα, πως είδες όσα ήθελες και έχεις πια χορτάσει..

Πρέπει τουλάχιστον μία φορά να καεί η γλώσσα και η καρδιά σου.


Πρέπει να γρατζουνιστούν τα γόνατα μα και τα σχέδιά σου.

Πρέπει να αποτύχεις για να επιτύχεις, γιατί όσοι δεν απέτυχαν είναι όσοι ποτέ δε ρίσκαραν.


Πρέπει να γευτείς λεμόνι και αλάτι για να σε γλυκάνει μία σοκολάτα γάλακτος.

Πρέπει να γνωρίσεις τους λάθος ανθρώπους για να εκτιμήσεις την αξία της συντροφιάς όταν βρεις επιτέλους τους σωστούς.


Πρέπει να χάσεις το πτυχίο γαλλικών, την θέση στη σχολή που ονειρευόσουν από παιδί ή έστω τα κλειδιά με το αγαπημένο σου μπρελόκ.

Πρέπει να πληγωθείς μα πρέπει και να πληγώσεις.

Να αποχωριστείς τον πρώτο σου έρωτα και να βρεις το αέναο πάθος της ζωής σου.

Αφού το βρεις, όποιο κι αν είναι, πρέπει ολοκληρωτικά να του δοθείς.

Πρέπει να ξυπνήσεις ένα πρωί και να αναρωτηθείς αν αντέχεις να υπομείνεις την ημέρα που ξεκινάει.


Πρέπει να διαφωνήσεις με τους γονείς σου και να επιμείνεις στην θέση σου ακόμη κι αν δεν μιλήσετε για μερικές ημέρες.

Να σου κλέψουν πρέπει το πορτοφόλι, την θέση parking ή έστω τη σειρά στο ταμείο.

Να κρυολογήσεις άσχημα επειδή δεν έβαλες ζακέτα.

Να  παρακοιμηθείς επειδή ζήτησες πέντε λεπτά ακόμη από το ξυπνητήρι σου.

Πρέπει να πιεις για να ξεχαστείς και αντ’ αυτού να θυμηθείς γιατί αξίζει να ζεις.

Να έρθει πρέπει η στιγμή που δεν θα ξέρεις τη σωστή απάντηση.


Ή ακόμη και η στιγμή που δεν θα έχεις καν απάντηση.


Πρέπει να επιλέξεις το λάθος πακέτο τηλεφωνίας και την λάθος κίνηση στο σκάκι.

Πρέπει να δοκιμάσεις ένα παντελόνι που δεν σου κουμπώνει και να σου κάνουν δώρο μια μπλούζα δυο νούμερα μεγάλη.

Πρέπει να απογοητευτείς από φίλους, να γελάσεις με κρύα ανέκδοτα και να υπομείνεις βαρετές ταινίες μέχρι εκείνη που ασυναίσθητα θα σε αλλάξει για πάντα.

Πρέπει να χάσεις στα χαρτιά την ίδια μέρα που θα χάσεις και στην αγάπη.

Να μην έχεις ούτε πίτα, ούτε σκύλο.

Οι αντοχές σου πρέπει να σε εγκαταλείψουν πριν φτάσεις στην γραμμή του τερματισμού.

Πρέπει να δεις το τελευταίο λεωφορείο για την θάλασσα να απομακρύνεται το πιο ζεστό μεσημέρι του καλοκαιριού.

Πρέπει να βρεις έναν άνθρωπο για τον οποίο θα τα παρατούσες όλα και να αναγκαστείς να παρατήσεις την ιδέα του μαζί.


Πρέπει να συνειδητοποιήσεις πως η ζωή σου πήρε έναν δρόμο που δεν διάλεξες εσύ.

Να ευχηθείς να ήσουν για μια στιγμή άλλου, σε εκείνο το “εκεί” που τόσο σου έχει λείψει.


Να έρθει η μέρα που δεν θα μπορέσεις να παραδεχθείς τα συναισθήματά σου, ούτε καν στον εαυτό σου.

Να δεις τον κόσμο σου να καταρρέει τριγύρω μα και μέσα σου.

Πρέπει να συνειδητοποιήσεις πως κάποια όνειρά σου δε θα πραγματοποιηθούν ποτέ και ακόμη πως ποτέ δε θα καταφέρεις να τα έχεις όλα.


Πρέπει να αναγνωρίσεις, λόγω εμπειρίας και όχι θεωρίας, πως τα ωραιότερα πράγματα στη ζωή δεν είναι πράγματα, αφού επιθυμήσεις κάτι που δεν μπορείς να αγοράσεις.


Πρέπει να χάσεις το κορίτσι πριν βρεις το θάρρος να της εξηγήσεις.

Και πρέπει να πεθάνεις μερικές φορές πριν μπορέσεις πραγματικά να ζήσεις.




'Αρθρο:
Αγγελική Μαυρομμάτη
Σημείωση: Το κείμενο αποτελεί πρωτότυπο κείμενο και όχι μετάφραση. Δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στο site www.dubiumn.gr όπου και μπορείτε να το βρείτε στην στήλη της Αγγελικής Μαυρομμάτης "Λεπτομέρειες" ενω στη συνέχεια ακολούθησε αναδημοσίευση με την έγκριση της ίδιας στο site Savoir Ville στο οποίο είναι μέλος της ομάδας αρθρογράφων! Με δική της διευκρίνιση, λοιπόν, θα ήθελα να σημειωθεί ότι το κείμενο αποτελεί πρωτότυπο και όχι μετάφραση από κείμενο του Bukowski!

"You have to die a few times before you can really live." - Charles Bukowski

Αγόρι μου, στολίδι μου...

Όμορφες "συνήθειές" μας που φέρνω στο μυαλό μου  και χαμογελώ ασυναίσθητα είναι αυτές που μαζί σου έμαθα π...