ΜΗΝ ΠΕΙΣ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑ ΤΙΠΟΤΑ
Όταν έχεις ένα μυστικό, είναι σαν ένας βαθύς, βαρύς πόνος. Σαν βράχος που έσκασε από ψηλά. Σαν νύχτα που βαραίνει την θλίψη σου ακόμη πιο πολύ. Ύστερα, έρχεται ένα τραγούδι και βλέπεις πως το μυστικό σου, υπάρχει εκεί έξω, με άλλο όνομα, άλλο πρόσωπο, αλλά με τον ίδιο ήχο. Και τότε νιώθεις ένα παράξενο μαζί, μα συνάμα κι ένα μεγάλο μόνος.
Κι εσύ, θες να τα πεις όλα, μα δεν γίνεται. Δεν έχουν όλοι την ίδια αντοχή στην ακουστική του πόνου. Στις νότες της θλίψης, η μελωδία σου ανήκει εξ’ ολοκλήρου. Μια μεταφυσική αύρα τρέχει γύρω απ’ τη μνήμη σου. Από εκείνα που ξέρεις πως είδες, από αυτά που είσαι σίγουρος πως κάποτε ήρθαν. Κι έφυγαν. Αναίτια οικειοθελώς. Μονότονα ύπουλα.
Να μπορώ να σου πω: Κοίτα, πονάνε κι οι βράχοι. Κι εσύ να νιώθεις τη γεύση απ’ τα κύματα να ρέει απ’ τα χείλη μου, σαν μέλι. Αστείρευτα χαλάσματα ομορφιάς. Η αγάπη φτιάχνεται από αίμα. Όσο το σκουπίζεις, τόσο περισσότερο απλώνει. Μες στα ερείπια της νύχτας, χαλασμένες φωνές επενθοστολούν όνειρα. Μην τα κοιτάς. Δεν σε αντέχουν.
Κι εγώ, αερικό, που έτυχε να με φέρει ο άνεμος κοντά σου. Ατλαντίδα που ανέβηκε στην επιφάνεια της θάλασσας μόνο για να χαθεί πάλι. Ξανά και ξανά και ξανά. Για εκείνες τις ώρες. Τις στιγμές, που όσο πλησιάζουν, απομακρύνονται.
Μην πας μαζί τους. Δεν αναπνέουν αύριο.
[Μαρια Χρονιαρη]
Έκλεβα λιγάκι από τις ψεύτικες ρε τις χαρές σου
μοιάζει η νύχτα να κερνάει με χαρά το κακό.
Μέσα μου κρατούσα ένα θαμμένο χρόνια μυστικό
είσαι κοντά μου το νιώθω λαβωμένο ξωτικό.
μοιάζει η νύχτα να κερνάει με χαρά το κακό.
Μέσα μου κρατούσα ένα θαμμένο χρόνια μυστικό
είσαι κοντά μου το νιώθω λαβωμένο ξωτικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου